- σημείωμα
- το, ΝΜΑ [σημειῶ, -ώνω]σύντομη καταγραφή γεγονότων ή πληροφοριώννεοελλ.1. σημείωση2. λιγόλογο γράμμα, πρόχειρη επιστολή3. σύντομο έγγραφο, υπόμνημα που απευθύνεται σε δημόσια αρχή4. παρατήρηση γραμμένη στο περιθώριο τής σελίδας ή κάτω από το κείμενο βιβλίου5. περιληπτικό έγγραφο στο οποίο περιέχονται τα όσα προηγουμένως είχε δηλώσει προφορικά ξένος διπλωμάτης προς την κυβέρνηση στην οποία είναι διαπιστευμένος6. έγγραφη σύσταση πολιτικού, απευθυνόμενη σε δημόσια αρχή για την εξυπηρέτηση φίλου ή ψηφοφόρου του7. φρ. α) «σημείωμα διορθωτικό» — τετραπλότυπο σημείωμα όπου αναγράφονται οι ποσότητες μεταφερθέντων εμπορευμάτων β) «σημείωμα παραλείψεων» — σημείωμα εξακριβωμένων παραλείψεων και παρατυπιών που παραδίδει ο οικονομικός έφορος στον έλεγχογ) «σημείωμα πιστωτικό» — το σημείωμα επιστροφής που εκδίδει ο πωλητής, όταν κάνει μερική ή ολική επιστροφή αγαθών και επιδιώκει την έκπτωση τής αξίας από μεταγενέστερο τιμολόγιομσν.βασιλικό διάταγμα.
Dictionary of Greek. 2013.